ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Κοροϊδία και ξεπούλημα των εργαζομένων η νέα σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων της Ρόδου Η Τοπική Συλλογική Σύμβαση των ξενοδοχοϋπαλλήλων της Ρόδου την οποία ανακοίνωσε στις 27 Δεκέμβρη του 2013 η …Ένωση Ξενοδόχων και έκτοτε αγνοούνταν η τύχη της, κατατέθηκε τελικά στις 15 Γενάρη στο υπουργείο εργασίας μετά και από παρέμβαση της Γραμματείας του ΠΑΜΕ η οποία με συνέντευξη τύπου που παραχώρησε την ίδια μέρα, ζητούσε εξηγήσεις.
Όπως αποδείχθηκε υπήρχε λόγος που το περιεχόμενο της σύμβασης δε γινόταν επίσημα γνωστό. Γιατί τότε θα ανακάλυπταν όλοι ότι η περιβόητη αύξηση όπως τη βάφτισαν ήταν… παραμύθια της Χαλιμάς!
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μειώσεις και μάλιστα μεγάλες σε ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, ιδιαίτερα στους πιο παλιούς. Η εργοδοτική ηγεσία του Σωματείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων έδωσε μπαξίσι στα αφεντικά το μισό επίδομα προϋπηρεσίας. Πλέον με την υπογραφή των εργατοπατέρων θα υπολογίζεται ως χρόνος προϋπηρεσίας μόνο ο ενεργός και όχι ο ημερολογιακός ενώ με το άρθρο 3 παράγραφος 7 καταργείται ρητά και το επίδομα σπαστού ωραρίου (5%) που έπαιρναν οι σερβιτόροι που εργάζονται υπό αυτό το καθεστώς, ένα πολύτιμο βοήθημα αφού είναι αναγκασμένοι να μεταβαίνουν δυο φορές την ημέρα στον τόπο δουλειάς τους.
Έτσι για παράδειγμα ένας εργαζόμενος με 10 χρόνια προϋπηρεσία θα δει το μισθό του να μειώνεται 2% ενώ αν ήταν σερβιτόρος και δούλευε με σπαστό ωράριο η μείωση φτάνει το 6%. Αν έχει 20 χρόνια προϋπηρεσία η μείωση είναι 4% ενώ αν δουλεύει και με σπαστό ωράριο η μείωση αγγίζει το 8% , σε πιο παλιούς εργαζόμενους μπορεί να ξεπεράσει και το 10%. Φαίνεται λοιπόν ότι τώρα που οι μεγαλοξενοδόχοι έχουν εξασφαλίσει την ισοπέδωση των δικαιωμάτων των νέων εργαζομένων ήρθε η ώρα να ξεμπερδέψουν και με τους παλιότερους και στην προσπάθειά τους αυτή βρήκαν πρόθυμο σύμμαχο την ηγεσία του Σωματείου.
Η πλειοψηφία της Διοίκησης, πρέπει να εξηγήσει στους ξενοδοχοϋπαλλήλους γιατί εγκατέλειψε τη θέση για αυξήσεις που να καλύπτουν τις απώλειες του 2012 – 13, που ήταν πρόταση του ΠΑΜΕ και υιοθετήθηκε από ολόκληρο το ΔΣ του Σωματείου. Πρέπει να εξηγήσει γιατί αρνήθηκε να γίνουν Γενικές Συνελεύσεις ώστε να συζητηθεί το ζήτημα της σύμβασης, γιατί οι διαπραγματεύσεις για τη σύμβαση γινόταν μυστικά και ακόμα και τα εκλεγμένα μέλη του ΠΑΜΕ στο ΔΣ τις μάθαιναν από τις εφημερίδες.
Είναι πραγματικά μεγάλη πρόκληση την ώρα που αφίξεις και έσοδα σπάνε όλα τα ρεκόρ, που οι μεγαλοξενοδόχοι ξοδεύουν τα εκατομμύρια που έβγαλαν από τον ιδρώτα των εργατών σα να ήταν στραγάλια για να αγοράσουν ή να χτίσουν καινούρια ξενοδοχεία οι μισθοί των εργαζομένων να μειώνονται ξανά για τρία ολόκληρα χρόνια και μάλιστα με τη βούλα του Σωματείου τους!
Αποδεικνύεται από την ίδια τη ζωή ότι είναι μύθος το επιχείρημα ότι εργαζόμενοι και αφεντικά έχουν τα ίδια συμφέροντα. Ότι είτε με ανάπτυξη είτε με κρίση η ζωή των εργαζομένων είναι κόλαση. Η περιβόητη «Μεγάλη Συμμαχία», όρος που χρησιμοποίησε ο Πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων για να περιγράψει τη νέα σύμβαση ισοδυναμεί με συνθηκολόγηση, με παράδοση άνευ όρων των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο όνομα των κερδών των μεγαλοξενοδόχων. Να ξέρουν όμως, οι εργαζόμενοι δεν έχουν υπογράψει καμιά συνθηκολόγηση.
Είναι ώρα πια οι εργαζόμενοι να ξεμπερδεύουν με τις συμβιβασμένες ηγεσίες στο εργατικό κίνημα. Χρειάζεται οργάνωση σε κάθε ξενοδοχείο ξεχωριστά, να μπουν όλοι και ιδιαίτερα οι νέοι στον αγώνα, να αλλάξουν οι συσχετισμοί και να εξασφαλίσουν ένα Σωματείο που θα παλεύει για τα δικαιώματά τους και όχι κάτω από τη σημαία των αφεντικών. Μόνο έτσι θα βάλουμε φρένο και στα οξυμένα προβλήματα, την απληρωσιά, το κομμένο επίδομα ανεργίας, τις απολύσεις, τις μειώσεις αλλά και και να πετύχουμε νέες κατακτήσεις.
Υ.Γ.
Πολλά ερωτηματικά προκαλεί το γεγονός ότι στην εφημερίδα Δημοκρατική της Ρόδου στο φύλλο της 1ης Γενάρη δημοσιεύθηκε ολόκληρο το κείμενο της Σύμβασης εκτός από τον όρο που καταργεί το επίδομα σπαστού ωραρίου και τον όρο που μειώνει το επίδομα προϋπηρεσίας. Στις 17 Γενάρη η εφημερίδα δημοσίευσε πάλι το κείμενο της σύμβασης χωρίς αυτούς τους όρους κάνοντας μάλιστα και κριτική ότι δεν ισχύουν οι αιτιάσεις του ΠΑΜΕ. Μένει να εξηγηθεί αν αυτό υπηρετεί κάποια σκοπιμότητα.