Παρουσιάζοντας τις εξελίξεις στο χώρο της Υγείας από τη σκοπιά της ιδιωτικής ασφάλισης, μπορούμε να σταθούμε στα εξής: Παρά το γεγονός ότι τη διετία 2011 - 2012 οι περισσότερες εταιρείες του κλάδου είχαν σημαντικές ζημιές και ειδικά οι μεγαλύτερες λόγω του PSI, καμία από τις πολυεθνικές ασφαλιστικές εταιρείες δεν αποχώρησε από την Ελλάδα. Αντίθετα, όλες τους ενίσχυσαν κεφαλαιακά τα εγχώρια παραρτήματά τους.
Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτό; Είναι απλό. Οι ασφαλιστικές εταιρείες αναμένουν πως τα επόμενα χρόνια, κύρια στο κλάδο της Υγείας και στις συντάξεις, θα αποκομίσουν στην Ελλάδα τεράστια κέρδη. Αυτό το λένε και το αναλύουν επισήμως σε κάθε συνέδριο και ημερίδα της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος. Το τονίζουν ξανά και ξανά προς τους εργαζόμενούς τους, ειδικά την τελευταία διετία που έχουν ανακάμψει τα κέρδη τους.
Οι τάσεις σε αυτήν την κατεύθυνση είναι ξεκάθαρες: Από το 2009, πριν την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, μέχρι το 2014, η «παραγωγή ασφαλίστρων» (τζίρος) στον κλάδο ασθενειών έχει τριπλασιαστεί, ενώ στις ασφαλίσεις υγείας έχει διπλασιαστεί. Αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό εν μέσω κρίσης. Γίνεται όμως ακόμη πιο εντυπωσιακό, αν συνυπολογίσει κανείς ότι την ίδια περίοδο τα ασφάλιστρα ανά συμβόλαιο μειώθηκαν. Δηλαδή, το πλήθος των συμβολαίων σε αυτούς τους ασφαλιστικούς κλάδους αυξήθηκε ακόμη περισσότερο.
Πρέπει εδώ να πούμε ότι η «μείωση» των ασφαλίστρων σε αυτούς τους κλάδους προκύπτει κυρίως χάρη στο «άνοιγμα» του ΕΟΠΥΥ στις ιδιωτικές κλινικές/ιδιωτικά νοσοκομεία κ.τ.λ. Δηλαδή, στα νέα συμβόλαια Υγείας που προσφέρουν τα τελευταία χρόνια, οι ασφαλιστικές δεν καλύπτουν όλο το ποσό της περίθαλψης στις ιδιωτικές κλινικές, αλλά «χρεώνουν» ένα ποσοστό στον ΕΟΠΥΥ. Με άλλα λόγια και η Κοινωνική Ασφάλιση χρεώνεται και οι ιδιωτικές ασφαλιστικές αυξάνουν την πελατεία και τα κέρδη τους.
Είναι κι αυτό ένα δείγμα της «σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» στο χώρο της Υγείας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όταν ο υπουργός υγείας, Π. Κουρουμπλής, πριν από ένα δίμηνο μίλησε για κατάργηση των συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ με τις ιδιωτικές κλινικές/νοσοκομεία, αμέσως στο χώρο άρχισε να συζητιέται ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα αυξηθούν ραγδαία τα ασφάλιστρα των συμβολαίων Υγείας, ακόμη και κατά 25%.
Πώς μπορεί να εξηγηθεί αυτό; Είναι απλό. Οι ασφαλιστικές εταιρείες αναμένουν πως τα επόμενα χρόνια, κύρια στο κλάδο της Υγείας και στις συντάξεις, θα αποκομίσουν στην Ελλάδα τεράστια κέρδη. Αυτό το λένε και το αναλύουν επισήμως σε κάθε συνέδριο και ημερίδα της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος. Το τονίζουν ξανά και ξανά προς τους εργαζόμενούς τους, ειδικά την τελευταία διετία που έχουν ανακάμψει τα κέρδη τους.
Οι τάσεις σε αυτήν την κατεύθυνση είναι ξεκάθαρες: Από το 2009, πριν την εκδήλωση της καπιταλιστικής κρίσης, μέχρι το 2014, η «παραγωγή ασφαλίστρων» (τζίρος) στον κλάδο ασθενειών έχει τριπλασιαστεί, ενώ στις ασφαλίσεις υγείας έχει διπλασιαστεί. Αυτό από μόνο του είναι εντυπωσιακό εν μέσω κρίσης. Γίνεται όμως ακόμη πιο εντυπωσιακό, αν συνυπολογίσει κανείς ότι την ίδια περίοδο τα ασφάλιστρα ανά συμβόλαιο μειώθηκαν. Δηλαδή, το πλήθος των συμβολαίων σε αυτούς τους ασφαλιστικούς κλάδους αυξήθηκε ακόμη περισσότερο.
Πρέπει εδώ να πούμε ότι η «μείωση» των ασφαλίστρων σε αυτούς τους κλάδους προκύπτει κυρίως χάρη στο «άνοιγμα» του ΕΟΠΥΥ στις ιδιωτικές κλινικές/ιδιωτικά νοσοκομεία κ.τ.λ. Δηλαδή, στα νέα συμβόλαια Υγείας που προσφέρουν τα τελευταία χρόνια, οι ασφαλιστικές δεν καλύπτουν όλο το ποσό της περίθαλψης στις ιδιωτικές κλινικές, αλλά «χρεώνουν» ένα ποσοστό στον ΕΟΠΥΥ. Με άλλα λόγια και η Κοινωνική Ασφάλιση χρεώνεται και οι ιδιωτικές ασφαλιστικές αυξάνουν την πελατεία και τα κέρδη τους.
Είναι κι αυτό ένα δείγμα της «σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα» στο χώρο της Υγείας. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό το γεγονός ότι όταν ο υπουργός υγείας, Π. Κουρουμπλής, πριν από ένα δίμηνο μίλησε για κατάργηση των συμβάσεων του ΕΟΠΥΥ με τις ιδιωτικές κλινικές/νοσοκομεία, αμέσως στο χώρο άρχισε να συζητιέται ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, θα αυξηθούν ραγδαία τα ασφάλιστρα των συμβολαίων Υγείας, ακόμη και κατά 25%.
Το σύστημα των «τριών πυλώνων»
Αλληλένδετο με το κομμάτι της Υγείας είναι το κομμάτι των συντάξεων και συνολικά των ασφαλιστικών ταμείων. Εδώ και χρόνια, η Ενωση Ασφαλιστικών Εταιρειών προτείνει και διεκδικεί να ανοίξει ο «δεύτερος πυλώνας της Ασφάλισης» (τα σημερινά επικουρικά ταμεία) στις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες. Στα χρόνια της κρίσης, η απαίτηση αυτή πήρε το χαρακτήρα ακόμη και συγκεκριμένων προτάσεων.
Μία τέτοια πρόταση - πακέτο της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, που έγινε προ διετίας, προέβλεπε τα εξής:
Μία τέτοια πρόταση - πακέτο της Ενωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, που έγινε προ διετίας, προέβλεπε τα εξής:
- Εναν υποχρεωτικό πρώτο πυλώνα Ασφάλισης που θα δίνει 360 ευρώ σύνταξη και ελάχιστες παροχές Υγείας.
- Εναν δεύτερο πυλώνα επαγγελματικής ασφάλισης και όχι επικουρικής, που θα λειτουργεί με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα («ατομικές μερίδες»). Τα διάφορα επαγγελματικά Ταμεία θα τα διαχειρίζονται οι ασφαλιστικές εταιρείες ή συμπράξεις ασφαλιστικών εταιρειών. Δε θα καθορίζουν οι ΣΣΕ τις εισφορές, αλλά το κράτος και η αγορά. Ο πελάτης ασφαλιζόμενος θα επιλέγει όποιο επαγγελματικό Ταμείο θέλει, ανεξαρτήτως του κλάδου στον οποίο δουλεύει. Τα επαγγελματικά Ταμεία, δηλαδή, θα ανταγωνίζονται το ένα το άλλο, κυνηγώντας πελατεία, βάσει ασφαλίστρων, καλύψεων και παροχών, θα λειτουργούν ως άλλες ασφαλιστικές εταιρείες.
- Ο τρίτος πυλώνας θα είναι η ιδιωτική ασφάλιση, όπως υπάρχει και σήμερα.
Φυσικά, οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν έφτασαν να αποθρασυνθούν έτσι από μόνες τους. Η παραπάνω πρόταση, για παράδειγμα, ουσιαστικά υλοποιεί όλες τις κατευθύνσεις της ΕΕ σχετικά με την Κοινωνική Ασφάλιση, με τον πυρήνα των οποίων συντάσσεται και η σημερινή κυβέρνηση.
Η μείωση των παροχών και των συντάξεων των Ταμείων κύριας ασφάλισης είναι από τα μόνιμα χαρακτηριστικά των πολιτικών που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το επιπλέον στοιχείο των τελευταίων ετών, που ήρθε κατά παραγγελία του ιδιωτικού κεφαλαίου και των ασφαλιστικών εταιρειών, είναι πως τέθηκε σε εφαρμογή ο - ψηφισμένος από το 2002 - νόμος για την επαγγελματική ασφάλιση.
Ετσι, μετά το PSI που άφησε τα επικουρικά Ταμεία με ψίχουλα στα αποθεματικά τους, ήρθε η μετατροπή τους σε επαγγελματικά Ταμεία και η «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος» να τα αποτελειώσει, προδιαγράφοντας τη σταδιακή διάλυσή τους και το άνοιγμα αυτής της «αγοράς» στην ιδιωτική ασφάλιση.
Η μείωση των παροχών και των συντάξεων των Ταμείων κύριας ασφάλισης είναι από τα μόνιμα χαρακτηριστικά των πολιτικών που ακολούθησαν οι κυβερνήσεις όλα τα προηγούμενα χρόνια. Το επιπλέον στοιχείο των τελευταίων ετών, που ήρθε κατά παραγγελία του ιδιωτικού κεφαλαίου και των ασφαλιστικών εταιρειών, είναι πως τέθηκε σε εφαρμογή ο - ψηφισμένος από το 2002 - νόμος για την επαγγελματική ασφάλιση.
Ετσι, μετά το PSI που άφησε τα επικουρικά Ταμεία με ψίχουλα στα αποθεματικά τους, ήρθε η μετατροπή τους σε επαγγελματικά Ταμεία και η «ρήτρα μηδενικού ελλείμματος» να τα αποτελειώσει, προδιαγράφοντας τη σταδιακή διάλυσή τους και το άνοιγμα αυτής της «αγοράς» στην ιδιωτική ασφάλιση.
Η ευρωπαϊκή οδηγία «Solvency 2»
Πάνω σε αυτό το θέμα, έχει ενδιαφέρον και η περσινή νομοθετική ρύθμιση της τότε κυβέρνησης (που δε φαίνεται να αναιρεί η σημερινή), προκειμένου να επιταχύνει τις εξελίξεις.
Συγκεκριμένα, τον Απρίλη του 2014 ΝΔ - ΠΑΣΟΚ ψήφισαν την κατάργηση των «κοινωνικών πόρων» που είχαν μια σειρά επικουρικά Ταμεία, εντείνοντας την οικονομική τους ασφυξία. Διόλου τυχαία, βέβαια, με τον ίδιο νόμο, έδιναν επιπλέον κίνητρα και φοροαπαλλαγές σε εργοδότες και εργοδοτικές οργανώσεις για τη σύναψη ομαδικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων για τους εργαζομένους τους.
Η υλοποίηση όλων αυτών των κατευθύνσεων πάει χέρι - χέρι με ανακατατάξεις εντός του συγκεκριμένου κλάδου, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά πανευρωπαϊκά. Ετσι, είναι σε πλήρη εξέλιξη η προσαρμογή όλων των ασφαλιστικών εταιρειών της ΕΕ στην οδηγία «Solvency 2», που τίθεται σε πλήρη εφαρμογή από 1/1/2016. Βασικός στόχος της οδηγίας είναι να πιέσει πανευρωπαϊκά προς την κατεύθυνση μιας «ενιαίας ασφαλιστικής αγοράς», όπου θα κυριαρχούν μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι. Αυτό που επιδιώκουν είναι να δημιουργήσουν επιχειρηματικά σχήματα που θα έχουν τα απαραίτητα κεφάλαια, ώστε να αναλάβουν τη διαχείριση ολόκληρων ασφαλιστικών οργανισμών.
Στην Ελλάδα, αυτή η οδηγία και η λογική της σήμανε μεταξύ άλλων τα εξής: Τη μείωση κατά 1/3 των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο κλάδο την τελευταία 10ετία. Την υπαγωγή των ασφαλιστικών υπό τον έλεγχο της ΤτΕ, ώστε να επιταχυνθούν οι αλλαγές αυτές. Την μείωση κατά 2.000 - 3.500 των θέσεων εργασίας στις ασφαλιστικές εταιρείες τη τελευταία 5ετία. Τη μεγάλη οικονομική πίεση προς τους «ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές», ώστε να φύγουν από τη μέση κ.ά.
Αυτές οι εξελίξεις αναμένεται να επιταχυνθούν ακόμη περισσότερο το επόμενο διάστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη πώληση από την Τράπεζα Πειραιώς της Αγροτικής Ασφαλιστικής στη γερμανική πολυεθνική ERGO, ενώ αναμένεται το επόμενο διάστημα η ΕΤΕ και η Eurobank να κάνουν το ίδιο με τις δικές τους θυγατρικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Προεκλογικά, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε τη θέση για μία μεγάλη δημόσια ασφαλιστική εταιρεία, την Εθνική, που θα παίζει ρόλο «ρυθμιστή» στην αγορά, προς όφελος τάχα «των καταναλωτών». Εμπειρία όμως πλέον έχουμε όλοι και καταλαβαίνουμε πως σημασία δεν έχει τι ποσοστό μετοχών θα έχει το Δημόσιο σε μία επιχείρηση (στην οποία το 1/3 των εργαζομένων είναι και παραμένουν ενοικιαζόμενοι), αλλά προς όφελος ποιου λειτουργεί αυτή, όπως και το σύνολο του συγκεκριμένου κλάδου.
Συγκεκριμένα, τον Απρίλη του 2014 ΝΔ - ΠΑΣΟΚ ψήφισαν την κατάργηση των «κοινωνικών πόρων» που είχαν μια σειρά επικουρικά Ταμεία, εντείνοντας την οικονομική τους ασφυξία. Διόλου τυχαία, βέβαια, με τον ίδιο νόμο, έδιναν επιπλέον κίνητρα και φοροαπαλλαγές σε εργοδότες και εργοδοτικές οργανώσεις για τη σύναψη ομαδικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων για τους εργαζομένους τους.
Η υλοποίηση όλων αυτών των κατευθύνσεων πάει χέρι - χέρι με ανακατατάξεις εντός του συγκεκριμένου κλάδου, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά πανευρωπαϊκά. Ετσι, είναι σε πλήρη εξέλιξη η προσαρμογή όλων των ασφαλιστικών εταιρειών της ΕΕ στην οδηγία «Solvency 2», που τίθεται σε πλήρη εφαρμογή από 1/1/2016. Βασικός στόχος της οδηγίας είναι να πιέσει πανευρωπαϊκά προς την κατεύθυνση μιας «ενιαίας ασφαλιστικής αγοράς», όπου θα κυριαρχούν μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι. Αυτό που επιδιώκουν είναι να δημιουργήσουν επιχειρηματικά σχήματα που θα έχουν τα απαραίτητα κεφάλαια, ώστε να αναλάβουν τη διαχείριση ολόκληρων ασφαλιστικών οργανισμών.
Στην Ελλάδα, αυτή η οδηγία και η λογική της σήμανε μεταξύ άλλων τα εξής: Τη μείωση κατά 1/3 των εταιρειών που δραστηριοποιούνται στο συγκεκριμένο κλάδο την τελευταία 10ετία. Την υπαγωγή των ασφαλιστικών υπό τον έλεγχο της ΤτΕ, ώστε να επιταχυνθούν οι αλλαγές αυτές. Την μείωση κατά 2.000 - 3.500 των θέσεων εργασίας στις ασφαλιστικές εταιρείες τη τελευταία 5ετία. Τη μεγάλη οικονομική πίεση προς τους «ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές», ώστε να φύγουν από τη μέση κ.ά.
Αυτές οι εξελίξεις αναμένεται να επιταχυνθούν ακόμη περισσότερο το επόμενο διάστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η πρόσφατη πώληση από την Τράπεζα Πειραιώς της Αγροτικής Ασφαλιστικής στη γερμανική πολυεθνική ERGO, ενώ αναμένεται το επόμενο διάστημα η ΕΤΕ και η Eurobank να κάνουν το ίδιο με τις δικές τους θυγατρικές ασφαλιστικές εταιρείες.
Προεκλογικά, ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε τη θέση για μία μεγάλη δημόσια ασφαλιστική εταιρεία, την Εθνική, που θα παίζει ρόλο «ρυθμιστή» στην αγορά, προς όφελος τάχα «των καταναλωτών». Εμπειρία όμως πλέον έχουμε όλοι και καταλαβαίνουμε πως σημασία δεν έχει τι ποσοστό μετοχών θα έχει το Δημόσιο σε μία επιχείρηση (στην οποία το 1/3 των εργαζομένων είναι και παραμένουν ενοικιαζόμενοι), αλλά προς όφελος ποιου λειτουργεί αυτή, όπως και το σύνολο του συγκεκριμένου κλάδου.
Εξω οι ιδιώτες από Υγεία - Ασφάλιση
Πρέπει, λοιπόν, να το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή: Κάθε δραστηριοποίηση του κεφαλαίου στο χώρο της Υγείας, της Πρόνοιας, των συντάξεων υπονομεύει το δικαίωμα του λαού στη Δημόσια και Δωρεάν Κοινωνική Ασφάλιση. Φέρνει μαζί της τα επιχειρηματικά κριτήρια, τα «μηδενικά ελλείμματα», τις «ατομικές μερίδες», τα όρια στο τι παροχές δικαιούται κανείς, που αν τις ξεπεράσει, πρέπει να πληρώσει από την τσέπη του.
Γι' αυτό και στην παρέμβασή μας στους εργαζόμενους του συγκεκριμένου κλάδου δίνουμε μεγάλη σημασία, πέρα από τα εργασιακά ζητήματα του χώρου, στην ιδεολογική παρέμβαση για το τι είναι τα ασφαλιστικά ταμεία και η Κοινωνική Ασφάλιση, για ποιο λόγο είναι προς το συμφέρον της εργατικής τάξης και το δικό τους να μην υπάρχει καμία δραστηριοποίηση των ασφαλιστικών εταιρειών στους συγκεκριμένους τομείς κ.τ.λ.
Μια τέτοια παρέμβαση είναι ένα δύσκολο και σύνθετο καθήκον. Ακόμη περισσότερο που οι συνδικαλιστικές ηγεσίες στο συγκεκριμένο χώρο, στις οποίες κυριαρχεί ο ΣΥΡΙΖΑ και συμπράττει ανοιχτά με ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, παίζουν ενεργό ρόλο στην προώθηση των επιδιώξεων του κεφαλαίου και πολεμούν κάθε προσπάθεια παρέμβασης του ΠΑΜΕ προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Είναι όμως μονόδρομος, προκειμένου να υπερασπίσουμε το δικαίωμα κάθε εργαζόμενου σε δημόσιες, δωρεάν και αναβαθμισμένες παροχές Υγείας, στο ύψος των σύγχρονων αναγκών τη εργατικής - λαϊκής οικογένειας, δυνατότητα να παρέχονται σήμερα.
Γι' αυτό και στην παρέμβασή μας στους εργαζόμενους του συγκεκριμένου κλάδου δίνουμε μεγάλη σημασία, πέρα από τα εργασιακά ζητήματα του χώρου, στην ιδεολογική παρέμβαση για το τι είναι τα ασφαλιστικά ταμεία και η Κοινωνική Ασφάλιση, για ποιο λόγο είναι προς το συμφέρον της εργατικής τάξης και το δικό τους να μην υπάρχει καμία δραστηριοποίηση των ασφαλιστικών εταιρειών στους συγκεκριμένους τομείς κ.τ.λ.
Μια τέτοια παρέμβαση είναι ένα δύσκολο και σύνθετο καθήκον. Ακόμη περισσότερο που οι συνδικαλιστικές ηγεσίες στο συγκεκριμένο χώρο, στις οποίες κυριαρχεί ο ΣΥΡΙΖΑ και συμπράττει ανοιχτά με ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ, παίζουν ενεργό ρόλο στην προώθηση των επιδιώξεων του κεφαλαίου και πολεμούν κάθε προσπάθεια παρέμβασης του ΠΑΜΕ προς την αντίθετη κατεύθυνση.
Είναι όμως μονόδρομος, προκειμένου να υπερασπίσουμε το δικαίωμα κάθε εργαζόμενου σε δημόσιες, δωρεάν και αναβαθμισμένες παροχές Υγείας, στο ύψος των σύγχρονων αναγκών τη εργατικής - λαϊκής οικογένειας, δυνατότητα να παρέχονται σήμερα.
του Νίκου Νιάνιου
μέλους της Επιτροπής Αγώνα του ΠΑΜΕ
στους εργαζόμενους των ασφαλιστικών εταιρειών