Η «παγωμένη» αξιολόγηση και το ξανασερβίρισμά της


Το τελευταίο διάστημα και μετά την εναλλαγή στο τιμόνι της κυβερνητικής διαχείρισης, καλλιεργείται ένα κλίμα εφησυχασμού γύρω από το θέμα της «αξιολόγησης». Μια «αξιολόγηση», που, με τη μορφή που προωθήθηκε από τη συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, ουσιαστικά δεν προχώρησε, δεν υλοποιήθηκε στις περισσότερες υπηρεσίες του Δημοσίου. Μπλοκαρίστηκε στην πράξη, με τους αγώνες των δημοσίων υπαλλήλων, σχεδόν σε όλο το Δημόσιο, ενώ σημαντικές ήταν και οι αντιστάσεις που αναπτύχθηκαν στο χώρο της εκπαίδευσης.
Οι δυνάμεις του νέου και παλιού κυβερνητικού συνδικαλισμού στην εκπαίδευση και συνολικά στο Δημόσιο όχι μόνο σιγοντάρουν την κυβερνητική προπαγάνδα περί «παγώματος» της «αξιολόγησης», αλλά επιπλέον δηλώνουν έτοιμες «μέσω του διαλόγου να συμβάλλουν εποικοδομητικά» στη νέα εκδοχή της αξιολόγησης που ετοιμάζεται από τη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ (βλέπε τοποθετήσεις πλειοψηφιών σε ΑΔΕΔΥ, ΔΟΕ).
Για να δούμε όμως, τι συμβαίνει στην πραγματικότητα και ποια είναι τελικά η πολιτική της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ; Χαρακτηριστικές γι' αυτό είναι ορισμένες μόνο δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών:
  • Στο γνωστό «email Βαρουφάκη» υπάρχει ρητή δέσμευση για τη σύνδεση μισθού - αποδοτικότητας, την αξιολόγηση και την κινητικότητα σε όλο το Δημόσιο.
  • Ο Γ. Κατρούγκαλος στη συνάντηση με την ΑΔΕΔΥ είπε: «Είμαι υπέρ ενός συστήματος αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων που θα συνδέεται με την αποδοτικότητα και την υπηρεσιακή τους εξέλιξη. Γιατί να μη δώσω στους τρεις καλύτερους από τους δέκα κάτι παραπάνω;» Στο ερώτημα όμως ποιος θεωρείται «αποδοτικός» εκπαιδευτικός, ποια τα κριτήρια που θα τον καθορίζουν, δεν υπήρχε απάντηση.
  • Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας στη συνάντηση με τη ΔΟΕ και την ΟΛΜΕ απέρριψε το αίτημα να καταργηθεί ο νόμος 4024/2011 («νέο μισθολόγιο» και «αξιολόγηση»), απέρριψε ξεκάθαρα το αίτημα για ακώλυτη μισθολογική - βαθμολογική εξέλιξη. Άρα, θα υπάρχει και «αξιολόγηση» και ποσόστωση - περιορισμός, προκειμένου να μπορέσει κανείς να μετακινηθεί σε ανώτερο βαθμό, άρα και να βελτιώσει το μισθό του. Αν αυτό δεν είναι τιμωρητική αξιολόγηση, τότε τι είναι; Ανέφερε επίσης: «Εμείς επιθυμούμε να υπάρχει μια άλλου είδους αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου», ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα στη συζήτηση για μια άλλη «αξιολόγηση».
  • Σε δελτίο Τύπου, το υπουργείο Παιδείας αναφέρει ότι θα ξεκινήσει δημόσια διαβούλευση για τη διαμόρφωση πλαισίου αξιολόγησης.
Τι δείχνουν όλα τα παραπάνω; Μπορεί η αξιολόγηση να «πάγωσε» με τη μορφή που γνωρίζαμε, αλλά κάθε άλλο παρά ήσυχοι μπορούν να αισθάνονται οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές, οι γονείς τους κι όλοι όσοι νοιάζονται για τη μόρφωση των παιδιών του λαού μας. Ετοιμάζεται το νέο της σερβίρισμα, με άλλη γαρνιτούρα και μάλιστα με τη συνεργασία των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών ΔΟΕ και ΟΛΜΕ, που ποτέ δεν εγκατέλειψαν τη θέση για μια «άλλη, καλή αξιολόγηση», μέσα στα πλαίσια της αντιλαϊκής πολιτικής και που έχουν πλούσια παράδοση συμμετοχής σε «κοινωνικούς διαλόγους» σφαγής εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων.
Το σημαντικότερο απ' όλα: Με διακηρυγμένη και δεδομένη την κυβερνητική πολιτική για τήρηση των δεσμεύσεων απέναντι στην ΕΕ και για στενή συνεργασία με τον ΟΟΣΑ, δεν υπάρχουν περιθώρια για αυταπάτες και εφησυχασμούς. Στην εργαλειοθήκη του ΟΟΣΑ βασίστηκαν όλες οι αντιεκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις των προηγούμενων ετών, ανάμεσά τους και η προώθηση της «αξιολόγησης».
Μπορεί η νέα μορφή της «αξιολόγησης» να ρετουσαριστεί, το περιεχόμενό της όμως θα παραμείνει βαθιά αντιδραστικό και αντιεκπαιδευτικό.
Εννοείται και το λέμε με τον πιο καθαρό τρόπο ότι δεν υπερασπιζόμαστε αυτόν το σημερινό Δημόσιο Τομέα και τον απορρίπτουμε στο σύνολό του. Τον απορρίπτουμε και ως προς τον προσανατολισμό του και ως προς τον τρόπο λειτουργίας του. Δεν είμαστε ούτε υπέρ της ρεμούλας, ούτε υπέρ της κοπάνας και της τεμπελιάς.
Η λεγόμενη όμως «αξιολόγηση» δεν έχει καμία σχέση με την ανάγκη επιστημονικής, τεχνικής, επαγγελματικής στήριξης των εργαζομένων, ώστε οι ίδιοι και οι δημόσιες υπηρεσίες να γίνουν καλύτερες, σύγχρονες, πιο ποιοτικές στην παροχή αναβαθμισμένων κοινωνικών υπηρεσιών για τα λαϊκά στρώματα και τη νεολαία. Ούτε έχει στόχο να εξαλείψει τις αιτίες που δημιουργούν και οξύνουν τα λαϊκά προβλήματα.
Συνεπώς, στο πλαίσιο του σημερινού δρόμου ανάπτυξης, της σημερινής εξουσίας και του σημερινού, αντιδραστικού, κρατικού μηχανισμού, δεν μπορεί να υπάρξει αξιολόγηση που θα έχει φιλολαϊκά χαρακτηριστικά, δεν μπορεί να υπάρξει «καλή» «αξιολόγηση».
Σε τελευταία ανάλυση, όταν μιλάμε για την αξιολόγηση μέσα σε αυτό το σύστημα, στο πλαίσιο αυτής της οικονομίας, που έχει όνομα (καπιταλισμός) μιλάμε για τον αντιδραστικό και ασφυκτικό κρατικό έλεγχο στους εκπαιδευτικούς, προκειμένου να προσαρμοστούν πιο αποτελεσματικά, πιο αποφασιστικά στο περιεχόμενο των σχολικών βιβλίων και των αναλυτικών προγραμμάτων (βλέπε επιχειρηματικότητα, διαστρέβλωση της Ιστορίας κ.ά).
Γιάννης ΔΕΛΗΣ
Δάσκαλος, μέλος του Γενικού Συμβουλίου της ΑΔΕΔΥ

+